Προς: Γένους Θηλυκού


Το ξέφωτο του ουρανού
στα χέρια σου ανοίγει
το κλάμα ενός μικρού μωρού
σε χάδι καταλήγει.

Η αγκαλιά σου  βάλσαμο
γιατρεύει κάθε πόνο.
Τα λόγια σου θεάρεστα
εμπνέουν κάθε γόνο.

Μυρώνουν οι πλεξούδες σου,
τα δάχτυλα κεντάνε,
στα γόνατά σου τα παιδιά
για αγάπη τραγουδάνε.

Και ας σε χρέωσαν πολλά,
το φταίξιμο αντέχεις.
Το πρόσωπό σου σκλήρυνες,
τα μάγουλα δεν βρέχεις.

Σε πίκραναν, σε πλήγωσαν,
τα στήθη σου ματώσαν.
Και πίστεψαν με φίλημα
το δίκιο πως σου δώσαν.

Μα ζύγισες κάθε σιωπή
στου χρόνου το κουβάρι.
Τα χέρια έκανες γροθιά
και βγήκες «παλληκάρι».

Αγέρωχη, καμαρωτή
είσαι στο κάθε κύμα.
Δεν τον φοβάσαι τον καιρό,
τιμόνι έχεις πρίμα.

Αρχή είσαι εσύ μες στη ζωή
και τέλος πάλι είσαι.
Η δύναμη σου είναι κρυφή,
ως ταπεινή ηγείσαι.

Με σε γεννιέται ο έρωτας,
με σε καρποφοράει,
με σε οι καρποί του ανθίζουνε
και έτσι η γης γυρνάει.

Με τον δικό σου αργαλειό
υφαίνονται οι ευχές μας,
γιατί η γυναίκα το μπορεί
να αγγίζει τις καρδιές μας.

Comments

Popular posts from this blog

Μια βόλτα η ζωή μας

Αγγλία